"Με το δόντι στο φιλέτο"
...
Καθώς έμπηγε το δόντι στο φιλέτο, έσκυψε να δει αν ήταν γυαλισμένα τα παπούτσια και ξαφνιασμένος είδε πως εκεί κάτω υπήρχε ένα ανθρωπάκι και μάλιστα κουνιόταν και φαινόταν σαν ζωντανό.
Έκανε παρακεί και για πρώτη φορά το κοίταξε από τόσο κοντά.
Κοιτώντας πιο καλά έξω από τις απέραντες εκτάσεις του παντελονιού του, πρόσεξε ότι ο τόσο δα άνθρωπος, ήταν αλυσοδεμένος και σαν κάτι να προσπαθούσε να του πει.
Έσκυψε κι άλλο, τόσο, που στην άκρη της μύτης του φαινόταν πως το ανθρωπάκι θα σκαρφαλώσει. Ανοιγόκλεινε μάλιστα το στόμα του σαν κάτι ναθελε να πει.
Του έκανε την χάρη και γύρισε το αυτί.
Και τότε αυτό σαν ψύλλος πήδηξε μέσα και άρχισε να ουρλιάζει. Κραύγαζε τόσο δυνατά που ξεχείλισε το αυτί του από λόγια καυτερά. Έκλαιγε λουσμένο από ιδρώτα και φώναζε κάτι για ψίχουλα-φαΐ.
Μη ξέροντας καλά-καλά γιατί του φώναζε τόσο πολύ, που βρήκε τέτοιο θράσος λες και συνήθισε τις αλυσίδες αποφάσισε να τις του σφίξει πιο πολύ. Στριφογύρισε στον ύπνο του, πλάκωσε το αυτί με το μαξιλάρι και έπνιξε τις άναρθρες φωνές.
Αυτή η πράξη τον ανακούφισε και κοιμήθηκε καλά.
Σκέτη ζούγκλα αυτή η βραδιά, μπαστούνι και το φιλέτο τόσο φρέσκο με αίμα, ζωντανό.
Το άλλο βράδυ, πέρα-δώθε, πέρα-δώθε με αλλιώτικο τρόπο τα χέρια σύρθηκαν μέσα στο πιάτο και με έξυπνο τρόπο, βασιλικό, σκέπασαν τα κρυμμένα από κάτω κόκαλα από το ανθρωπάκι
και με καρφωμένο το δόντι στο φιλέτο, άνθησε το γέλιο του
και όλα εντάξει
και όλα εντάξει...
.
"Με το δόντι στο φιλέτο" ... Καθώς έμπηγε το δόντι στο φιλέτο, έσκυψε να δει αν ήταν γυαλισμένα τα παπούτσια και ξαφνιασμένος είδε πως εκεί κάτω υπήρχε ένα ανθρωπάκι και μάλιστα κουνιόταν και φαινόταν σαν ζωντανό. Έκανε παρακεί και για πρώτη φορά το κοίταξε από τόσο κοντά. Κοιτώντας πιο καλά έξω από τις απέραντες εκτάσεις του παντελονιού του, πρόσεξε ότι ο τόσο δα άνθρωπος, ήταν αλυσοδεμένος και σαν κάτι να προσπαθούσε να του πει. Έσκυψε κι άλλο, τόσο, που στην άκρη της μύτης του φαινόταν πως το ανθρωπάκι θα σκαρφαλώσει. Ανοιγόκλεινε μάλιστα το στόμα του σαν κάτι ναθελε να πει. Του έκανε την χάρη και γύρισε το αυτί. Και τότε αυτό σαν ψύλλος πήδηξε μέσα και άρχισε να ουρλιάζει. Κραύγαζε τόσο δυνατά που ξεχείλισε το αυτί του από λόγια καυτερά. Έκλαιγε λουσμένο από ιδρώτα και φώναζε κάτι για ψίχουλα-φαΐ. Μη ξέροντας καλά-καλά γιατί του φώναζε τόσο πολύ, που βρήκε τέτοιο θράσος λες και συνήθισε τις αλυσίδες αποφάσισε να τις του σφίξει πιο πολύ. Στριφογύρισε στον ύπνο του, πλάκωσε το αυτί με το μαξιλάρι και έπνιξε τις άναρθρες φωνές. Αυτή η πράξη τον ανακούφισε και κοιμήθηκε καλά. Σκέτη ζούγκλα αυτή η βραδιά, μπαστούνι και το φιλέτο τόσο φρέσκο με αίμα, ζωντανό. Το άλλο βράδυ, πέρα-δώθε, πέρα-δώθε με αλλιώτικο τρόπο τα χέρια σύρθηκαν μέσα στο πιάτο και με έξυπνο τρόπο, βασιλικό, σκέπασαν τα κρυμμένα από κάτω κόκαλα από το ανθρωπάκι και με καρφωμένο το δόντι στο φιλέτο, άνθησε το γέλιο του και όλα εντάξει και όλα εντάξει... .
1
0 Reacties 0 aandelen