Πορφύρα.
Η πορφύρα στην Αρχαία Ελλάδα ήταν μια πολύτιμη βαφή που προερχόταν από θαλάσσια κοχύλια, κυρίως του γένους Murex.
Ήταν γνωστή ως βασιλική βαφή και είχε μεγάλη αξία, καθώς το χρώμα της ήταν σύμβολο δύναμης και εξουσίας. Η παραγωγή της ήταν χρονοβόρα και απαιτούσε μεγάλη ποσότητα κοχυλιών για να παραχθεί μια μικρή ποσότητα βαφής.
Η πορφύρα αναφέρεται στα Ομηρικά Έπη και σε άλλα αρχαία κείμενα.
Η φράση "πορφυρός θάνατος κοχυλιού" αναφέρεται στον θάνατο του κοχυλιού κατά την διαδικασία παραγωγής της πορφύρας, η οποία είναι απαραίτητη για την εξαγωγή της πολύτιμης χρωστικής ουσίας. Δηλαδη με ένα κτύπημα.
Ο Αριστοτέλης ονομάζει «ανθό» τον αδένα του μαλακίου που περιέχει τη βαφή της θαλασσινής πορφύρας.
Από γλωσσολογικής απόψεως υποστηρίζεται ότι η λέξη πορφύρα έχει άμεση σχέση με το ελληνικό ρήμα “πορφυρώ” που σημαίνει βράζω, μια γλωσσολογική μορφή του ελληνικού “φύρω”. Αφορά δηλαδή “κάτι που πρόκειται να βράσει”.
Είναι γνωστό, άλλωστε, ότι τα υφάσματα πριν βυθιστούν στην υγρή βαφή της πορφύρας, έπρεπε να έχουν βράσει σε δυνατή φωτιά για αρκετές μέρες.
Από αρχαιολογικής απόψεως, υποστηρίζεται ότι προηγούνται οι κάτοικοι του Αιγαίου στη χρήση της πορφύρας. Οι Μινωίτες της Κρήτης, των Κυθήρων, της Σαντορίνης και όλων των μινωικών εγκαταστάσεων στο Αιγαίο αλίευαν τα τρία συγκεκριμένα είδη μαλακίων: Murex brandaris, Purpura/Thais haemastoma και Murex trunculus.
Παρόλο που το πορφυρό χρώμα είναι σήμερα συνθετικό, η παραγωγή και η διακίνηση του είναι ένα θέμα που δεν παύει να προβληματίζει παλαιότερους και νεότερους ερευνητές.
Πορφύρα. Η πορφύρα στην Αρχαία Ελλάδα ήταν μια πολύτιμη βαφή που προερχόταν από θαλάσσια κοχύλια, κυρίως του γένους Murex. Ήταν γνωστή ως βασιλική βαφή και είχε μεγάλη αξία, καθώς το χρώμα της ήταν σύμβολο δύναμης και εξουσίας. Η παραγωγή της ήταν χρονοβόρα και απαιτούσε μεγάλη ποσότητα κοχυλιών για να παραχθεί μια μικρή ποσότητα βαφής. Η πορφύρα αναφέρεται στα Ομηρικά Έπη και σε άλλα αρχαία κείμενα. Η φράση "πορφυρός θάνατος κοχυλιού" αναφέρεται στον θάνατο του κοχυλιού κατά την διαδικασία παραγωγής της πορφύρας, η οποία είναι απαραίτητη για την εξαγωγή της πολύτιμης χρωστικής ουσίας. Δηλαδη με ένα κτύπημα. Ο Αριστοτέλης ονομάζει «ανθό» τον αδένα του μαλακίου που περιέχει τη βαφή της θαλασσινής πορφύρας. Από γλωσσολογικής απόψεως υποστηρίζεται ότι η λέξη πορφύρα έχει άμεση σχέση με το ελληνικό ρήμα “πορφυρώ” που σημαίνει βράζω, μια γλωσσολογική μορφή του ελληνικού “φύρω”. Αφορά δηλαδή “κάτι που πρόκειται να βράσει”. Είναι γνωστό, άλλωστε, ότι τα υφάσματα πριν βυθιστούν στην υγρή βαφή της πορφύρας, έπρεπε να έχουν βράσει σε δυνατή φωτιά για αρκετές μέρες. Από αρχαιολογικής απόψεως, υποστηρίζεται ότι προηγούνται οι κάτοικοι του Αιγαίου στη χρήση της πορφύρας. Οι Μινωίτες της Κρήτης, των Κυθήρων, της Σαντορίνης και όλων των μινωικών εγκαταστάσεων στο Αιγαίο αλίευαν τα τρία συγκεκριμένα είδη μαλακίων: Murex brandaris, Purpura/Thais haemastoma και Murex trunculus. Παρόλο που το πορφυρό χρώμα είναι σήμερα συνθετικό, η παραγωγή και η διακίνηση του είναι ένα θέμα που δεν παύει να προβληματίζει παλαιότερους και νεότερους ερευνητές.
1
0 Commentaires 0 parts